Το φυσιολογικό ωάριο (αυγό) είναι το δεύτερο από τα δύο γενετικά υλικά που απαιτούνται για τη σύλληψη. Και ενώ λοιπόν ο άντρας είναι για όλη του τη ζωή προικισμένος με εκατομμύρια σπερματοζωαρίων ανά εκσπερμάτιση η γυναίκα έχει προικιστεί ήδη από την κοιλιά της μητέρας της με πολύ περιορισμένο αριθμό ωαρίων. Όπως βλέπετε και στο διάγραμμα που ακολουθεί ένα θηλυκό έμβρυο προικίζεται με περίπου 4 εκατομμύρια ωάρια εκ των οποίων τα μισά χάνονται λίγο πριν τη γέννηση. Πρόκειται για ωάρια που ελαττώνονται σε απόθεμα φυσιολογικά απώλεια ωαρίων, γεγονός που συμβαίνει στα θήλεα έμβρυα όσο ακόμα βρίσκονται στην κοιλιά της μητέρας τους, ενώ από τη στιγμή που ένα κορίτσι φτάσει στην εφηβεία του, συνήθως ξεκινά η ωορρηξία του καθώς και η ταυτόχρονη μείωση των ωαρίων, δηλαδή του ωοθηκικού αποθέματος. Η μείωση του ωοθηκικού αποθέματος συνεχίζεται όσο προχωρά η ηλικία και τελικά ο μέσος όρος των γυναικών φτάνει να αξιοποιεί μόνο 400 ωάρια περίπου, μέχρι την ηλικία των 43 ετών. Πρακτικά λοιπόν, η ηλικία στο ωάριο κάθε ωορρηξίας είναι ίση με την ηλικία της γυναίκας και αυτό που έχει παρατηρηθεί είναι ότι το γενετικό υλικό που φέρουν τα εναπομείναντα ωάρια μετά τα 42- 43 έτη, είναι εύθραυστο και συχνά ελαττωματικό, γεγονός που προδιαθέτει σε γενετικές ανωμαλίες των εμβρύων που οδηγούν και σε αποβολές.