Η Υπογονιμότητα στη σύγχρονη εποχή αποτελεί ένα ολοένα και πιο συχνό πρόβλημα λόγω του σύγχρονου τρόπου ζωής και των απαιτήσεων της σύγχρονης γυναίκας.
Οι σύγχρονες αυτές απαιτήσεις, άλλοτε δίκαιες και αναγκαίες και σπανιότερα ναρκισσιστικές και υπερβολικές, οδηγούν τις περισσότερες γυναίκες στην απόφαση να αναβάλουν τη «σύλληψη» για μεγάλο χρονικό διάστημα εώς ότου εκπληρωθούν οι σημαντικές πλέον επαγγελματικές υποχρεώσεις που φέρει ο σύγχρονος άνθρωπος. Παράλληλα, η κρίση που βιώνει ο λαός μας τα τελευταία χρόνια καθιστά απόλυτα αναγκαία την παραγωγική εργασία της σύγχρονης γυναίκας ώστε να επιβιώσει οικονομικά ένα ζευγάρι, γεγονός που απομακρύνει ακόμα περισσότερο την οποιαδήποτε σκέψη για τεκνογονία. Η ανασφάλεια που νιώθουν οι νέοι άνθρωποι και η οικονομική ανέχεια είναι τόσο σημαντική που το όνειρο απόκτησης ενός παιδιού αρχίζει να θεωρείται πολυτέλεια.
Όταν μάλιστα το παιδί αυτό έρχεται δύσκολα, η ανασφάλεια γιγαντώνεται και η «άρνηση» θεμελιώνεται μέσα στο ζευγάρι. Όμως, η στάση αυτή πρέπει να αλλάξει .
Όλες όμως οι περιπτώσεις υπογονιμότητας δεν απαιτούν εξωσωματική γονιμοποίηση. Η σύγχρονη επιστήμη στον τομέα της υπογονιμότητας δίνει την δυνατότητα σε εμάς τους ειδικούς να διαγνώσουμε, αλλά και να λύσουμε, προβλήματα που παλαιότερα θεωρούνταν δυσεπίλυτα και με ηπιότερες τεχνικές. Είμαστε σε θέση να αναγνωρίσουμε παθολογικές καταστάσεις, όπως η ενδομητρίτιδα, η ενδομητρίωση και η κιρσοκήλη και με απλές παρεμβάσεις να αυξήσουμε σημαντικά το δυναμικό γονιμότητας ενός ζευγαριού.
Αλλά και αν ακόμα οι συνθήκες είναι τέτοιες που επιβάλουν την πραγματοποίηση της εξωσωματικής γονιμοποίησης οι πιθανότητες επιτυχίας από την πρώτη κιόλας φορά ξεπερνούν το 50%. Η εξαντλητική και εις βάθος διερεύνηση του περιστατικού, η σωστή εφαρμογή των πιο σύγχρονων μεθόδων και η επιλογή του πλέον ενδεδειγμένου πρωτοκόλλου διέγερσης της ασθενούς, αποτελούν τα σημεία-κλειδιά που ακολουθούμε εμείς οι ειδικοί προκειμένου να φτάσουμε στο κορυφαίο αποτέλεσμα.
Στο σημείο αυτό όμως θα αναρωτηθεί κάποιος « Πώς γίνεται με αυτά τα δεδομένα που μας αναφέρετε γιατρέ και υπάρχουν γυναίκες που υποβάλλονται σε περισσότερες από πέντε και καμιά φορά και πάνω από δέκα ανεπιτυχείς προσπάθειες;» Η απάντηση είναι εύκολη και προφανής. Δεν τηρούνται τα σημεία-κλειδιά που αναφέρθηκαν παραπάνω με κυριότερη παράλειψη αυτή του εξαντλητικού ελέγχου του ζευγαριού ή επιχειρείται επανειλημμένα το ίδιο θεραπευτικό πρωτόκολλο χωρίς να γίνεται προσπάθεια να αναζητηθεί το πιο ενδεδειγμένο για την ασθενή. Υπάρχουν δε περιπτώσεις όπου εξαρχής το ζευγάρι μπαίνει σε έναν αγώνα με ιδιαίτερα κακές πιθανότητες. Οι πιθανότητες αυτές πρέπει να είναι σαφείς στο ζευγάρι που έχουμε μπροστά μας ούτως ώστε αυτό να μην υποβληθεί το σε πολλές προσπάθειες με φρούδες ελπίδες αλλά η θεραπευτική προσέγγιση να αλλάξει γρήγορα κατεύθυνση προς το συμφέρον του κοινού σκοπού.
Λίγα λόγια στο τέλος για την ασφάλεια των χορηγούμενων φαρμάκων. Τα νεότερα φάρμακα που χρησιμοποιούνται έχουν ελεγχθεί σε εκατοντάδες χιλιάδες ανθρώπων και έχουν βρεθεί απολύτως ασφαλή, ενώ δεν προκαλούν καρκινογένεση ούτε κάποια άλλη σημαντική επιβάρυνση στον οργανισμό της ασθενούς. Πρέπει όμως να αποφεύγονται ή τουλάχιστον να χρησιμοποιούνται με ιδιαίτερη προσοχή σε περιπτώσεις αυξημένης καρκινικής προδιάθεσης, ιδιαίτερα στον μαστό ή σε περιπτώσεις θρομβοφιλίας. Σε αντίστοιχες περιπτώσεις είναι ίσως πιο ενδεδειγμένο να προβεί κανείς στη διενέργεια εξωσωματικής χωρίς ορμόνες, δηλαδή σε φυσικό κύκλο ή με την τεχνική IVM ( Ιn Vitro Maturation) .
Εν κατακλείδι, είναι σαφές ότι στις δύσκολες εποχές που ζούμε το ζευγάρι που πάσχει από υπογονιμότητα δεν είναι σε θέση να αναλωθεί οικονομικά ή ψυχικά στην διενέργεια πολλών προσπαθειών εξωσωματικής. Οφείλουμε ως ειδικοί, να το προσεγγίσουμε εξατομικευμένα, να το φροντίσουμε προσεκτικά και να το οδηγήσουμε στο προορισμό του μέσα από το πιο σύντομο, ανέξοδο και απλό μονοπάτι. Αυτή αισθάνομαι ως υποχρέωση μου και αυτή είναι η υπόσχεση μου..